Monday 11 February 2013

Ιδιωτικοποιήσεις: μια οικονομική προσέγγιση


Το ζήτημα των ιδιωτικοποιήσεων έχει προκαλέσει διαχρονικά έντονες ιδεολογικοπολιτικές αντιπαραθέσεις. Τους τελευταίους μήνες το ζήτημα αυτό βρίσκεται ψηλά στην πολιτική ατζέντα λόγω της δέσμευσης της Κυβέρνησης να εξετάσει το ενδεχόμενο ιδιωτικοποίησης ημικρατικών οργανισμών, στην περίπτωση που το δημόσιο χρέος κριθεί μη διαχειρίσιμο.


Το βασικό πρόταγμα αυτών που αντιτάσσονται στην ιδιωτικοποίηση (ολική ή μερική) είναι η απώλεια σημαντικών εσόδων για το δημόσιο από μερίσματα των ημικρατικών οργανισμών. Από την άλλη, κυρίαρχο επιχείρημα αυτών που έχουν δεκτική και θετική στάση στο ενδεχόμενο ιδιωτικοποίησης είναι η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας.

Το άρθρο αυτό επιχειρεί να διαφωτίσει τις γενικές οικονομικές αρχές που διέπουν τις ιδιωτικοποιήσεις. Συγκεκριμένα, επικεντρώνεται στην επίδραση της μεταβολής στην ιδιοκτησιακή δομή μίας επιχείρησης πάνω στην  ανταγωνιστική της συμπεριφορά.

Για την ευχερέστερη κατανόηση των πιο κάτω θα ήταν χρήσιμο να διακρίνουμε μεταξύ της κατανεμητικής και παραγωγικής αποδοτικότητας. Η πρώτη αφορά το επίπεδο της παραγωγής με δεδομένο το κόστος, ενώ η δεύτερη αφορά το συνολικό κόστος που απαιτείται για την παραγωγή συγκεκριμένης ποσότητας προϊόντος.

Η ιδιωτικοποίηση επηρεάζει την κατανεμητική αποδοτικότητα της αγοράς λόγω της απόκλισης των στόχων και επιδιώξεων μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής επιχείρησης. Ειδικότερα, η ιδιωτικοποίηση είναι πιθανό να επηρεάσει αρνητικά την κατανεμητική αποδοτικότητα της αγοράς λόγω του προσανατολισμού των αποφάσεων της ιδιωτικής επιχείρησης προς τη μεγιστοποίηση του κέρδους, αντί για την προαγωγή της κοινωνικής ευημερίας.  Η αναπροσαρμογή των στόχων είναι δυνατόν να οδηγήσει την ιδιωτικοποιούμενη επιχείρηση να συρρικνώσει την παραγωγή της, ή να αυξήσει τις τιμές της, ή να υποβαθμίσει την ποιότητας των προϊόντων/υπηρεσιών της ώστε να εξοικονομηθεί κόστος.

Ο βαθμός μεταβολής στη συμπεριφορά της ιδιωτικοποιούμενης επιχείρησης είναι συνάρτηση της έντασης του ανταγωνισμού που αντιμετωπίζει στην αγορά.  Εάν ο ανταγωνισμός είναι αποτελεσματικός, τότε δεν αναμένεται να υπάρχει σημαντική δυσμενής επίδραση στην κατανεμητική αποδοτικότητα. Αντιθέτως, είναι δυνατόν να βελτιωθεί η κατανεμητική αποδοτικότητα, καθότι οι αποφάσεις θα λαμβάνονται με γνώμονα τις προτιμήσεις των καταναλωτών στα πλαίσια της αγοράς και όχι μέσω της πολιτικής διαδικασίας. Από την άλλη, εάν η ανταγωνιστική πίεση είναι εξασθενισμένη, τότε η ιδιωτικοποίηση ενδεχομένως να έχει ουσιαστική αρνητική επίπτωση στην κατανεμητική αποδοτικότητα.

Ένας επιπρόσθετος λόγος για τον οποίο η αντικατάσταση ενός δημοσίου από ένα ιδιωτικό μονοπώλιο είναι ανεπιθύμητη, είναι η μεγαλύτερη πιθανότητα καταστρατήγησης του ανταγωνισμού μέσω εκμετάλλευσης των καταναλωτών και αποκλεισμού των δυνητικών ανταγωνιστών.

Πιο πάνω αναφέρθηκε ότι οι αποφάσεις σε μία δημόσια επιχείρηση λαμβάνονται με γνώμονα τη μεγιστοποίηση της κοινωνικής ευημερίας. Ωστόσο, ενδεχομένως να υπάρχουν και άλλες επιδιώξεις. Για παράδειγμα, οι πολιτικοί προϊστάμενοι των δημοσίων επιχειρήσεων επιδιώκουν την εκλογική επιτυχία αναπτύσσοντας πελατειακές σχέσεις με τους ψηφοφόρους (π.χ. διάφορα ρουσφέτια, μη αξιοκρατικές προσλήψεις και προαγωγές, σκανδαλώδης ευνοιοκρατία, πλεονάζον προσωπικό). Επιπρόσθετα, οι διοικήσεις και τα διευθυντικά στελέχη των δημοσίων επιχειρήσεων συχνά αποβλέπουν στην ικανοποίηση προσωπικών επιδιώξεων (π.χ. μονιμότητα, επιρροή, κύρος). Πρόκειται για μια κλασσική περίπτωση του προβλήματος αντιπροσώπευσης (principal-agent problem), όπου ο εντολοδόχος (δημόσιος αξιωματούχος) αδυνατεί να εκτελέσει την επιθυμία του εντολέα του (πολίτες/φορολογούμενοι).

Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω, η ιδιωτικοποίηση είναι δυνατό να επενεργήσει θετικά στην παραγωγική αποδοτικότητα της επιχείρησης μέσω της ενίσχυσης των δυνατοτήτων παρακολούθησης και ελέγχου των διευθυντικών στελεχών, του εκσυγχρονισμού των οργανωτικών δομών και λειτουργιών των συστημάτων διοίκησης, της καλύτερης αξιοποίησης του ανθρωπίνου δυναμικού και της δημιουργίας κινήτρων αποδοτικότητας.

Τα πιο πάνω ευεργετικά αποτελέσματα είναι εφικτά στο βαθμό που θα ενισχυθεί ή θα διευκολυνθεί η ανάπτυξη του ανταγωνισμού. Σε ένα περιβάλλον με ατελή πληροφόρηση οι ανταγωνιστικές δυνάμεις είναι  ικανές να αποκαλύψουν χρήσιμες πληροφορίες για την αποδοτικότητα των επιχειρήσεων.  Για παράδειγμα, μέσω της σύγκρισης της εσωτερικής παραγωγικότητας των ανταγωνιζομένων επιχειρήσεων (yardstick competition) είναι δυνατό να περιοριστεί η διοικητική πλαδαρότητα (managerial slack).

Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι τα οφέλη της ιδιωτικοποίησης δεν περιορίζονται στα άμεσα έσοδα που θα εισρεύσουν στα κρατικά ταμεία, ή στην βελτίωση της ανταγωνιστικότητας μίας συγκεκριμένης αγοράς.  Η ιδιωτικοποίηση είναι δυνατό να έχει πολλαπλασιαστικά οφέλη για την οικονομία (π.χ. αύξηση φορολογικών εσόδων, νέες θέσεις εργασίας) μέσω αποτελεσμάτων διάχυσης (spillover effects).

Επομένως, αυτοί που υποστηρίζουν ότι το κράτος θα απολέσει μακροπρόθεσμα τα δυνητικά κέρδη των ιδωτικοποιούμενων επιχειρήσεων αγνοούν τα έμμεσα πολλαπλασιαστικά οφέλη που ενδεχομένως να προκύψουν. Από την άλλη, η αλλαγή στην ιδιοκτησία δεν πρέπει να αποτελεί πανάκεια. Είναι απαραίτητο η ιδιωτικοποίηση να συνοδεύεται από μια διαδικασία αναδιάρθρωσης της ιδιωτικοποιούμενης επιχείρησης, άρσης των εμποδίων εισόδου στην αγορά, και ανάπτυξης του ανταγωνισμού. Εάν οι διαδικασίες ιδιωτικοποίησης δεν συνδυαστούν από τις απαραίτητες διαθρωτικές αλλαγές, τότε δεν θα αποδώσουν τα αναμενόμενα.